Διατηρείται σε απασχόληση μόνο η εμπορία σιδήρου και η φύλαξη των εγκαταστάσεων.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΠΟΕΜ, η εργοδοσία της Χαλυβουργικής χρησιμοποιεί ως «καύσιμη ύλη την κινητήρια δύναμη της παραγωγής, τους εργαζόμενους χαλυβουργούς, ασκώντας, όπως δήλωσε εκπρόσωπός της, πίεση στην Κυβέρνηση για επίλυση του σοβαρού προβλήματος που αφορά το κόστος της ενέργειας».
«Για άλλη μια φορά οι εργοδότες Βιομήχανοι επιχειρούν, με λαθεμένες και σπασμωδικές κινήσεις που καταγγέλλουμε, να μετακυλήσουν στους βιομηχανικούς εργάτες τις συνέπειες της κρίσης και την αδιαφορία της άτολμης κυβέρνησης να εφαρμόσει ό,τι δηλ. νομοθετεί, συγκεκριμένα το Ν.4231/1-11-2013 (σχετικά με τη διακοψιμότητα)» συμπληρώνεται.
Η ΠΟΕΜ καλεί την κυβέρνηση να παρέμβει άμεσα και τον υπουργό Εργασίας να αναλάβει τις ευθύνες του. Παράλληλα, ζητεί από τη διοίκηση να ανακαλέσει τις διαθεσιμότητες και να επικρατήσει η κοινή λογική και ο διάλογος.
Ακολουθεί ανακοίνωση της εταιρείας:
«Η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ ΑΕ εφαρμόζει πάντα στις σχέσεις με το προσωπικό της διαφανείς διαδικασίες και συνεχή διάλογο, με αποτέλεσμα την κατά το δυνατόν άριστη επικοινωνία και άμεση πληροφόρηση των εργαζομένων για την πορεία της εταιρείας.
Στο πλαίσιο αυτό με το παρόν δελτίο τύπου η εταιρεία κοινοποιεί στο ευρύτερο κοινό τα παρακάτω στοιχεία, που έχουν ήδη γίνει αντικείμενο πολύμηνων διαβουλεύσεων με το προσωπικό της και το ΔΣ του Σωματείου Εργατοϋπαλλήλων Χαλυβουργικής ΑΕ.
Από την αρχή της κρίσης, το 2008 μέχρι σήμερα η ζήτηση προϊόντων χάλυβα στην Ελλάδα έχει μειωθεί δραματικά. Συγκεκριμένα από 2.500.000 τόνους ετησίως προ κρίσης, η ζήτηση έχει καταβαραθρωθεί στο επίπεδο των 300.000 τόνων ήτοι 8 φορές λιγότερο. Αντίστοιχα μειώνονται η παραγωγή των προϊόντων της εταιρείας, οι πωλήσεις και ο τζίρος της ενώ οι ζημιές έχουν αυξηθεί και ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα η εξαγωγική δραστηριότητα καθίσταται ολοένα και πιο ζημιογόνος, εξαιτίας πολλών παραγόντων ιδιαίτερα δε λόγω του ενεργειακού κόστους.
Παρά τη δραματική μείωση της κατανάλωσης από το 2008 και τη συσσώρευση έκτοτε μεγάλων ζημιών, η Χαλυβουργική δεν έθιξε στο ελάχιστο το εισόδημα και τις παροχές των εργαζομένων της, κι ήταν η μόνη εταιρία του κλάδου που δεν προέβη σε καμιά απόλυση ή διαθεσιμότητα εργαζομένων. Η εταιρεία εξάντλησε όλα τα οικονομικά της όρια προκειμένου να διατηρήσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων της στην καλλίτερη κατάσταση στην ελληνική βιομηχανία. Ακόμα και με καταγραφή δεκάδων εκατομμυρίων ζημιών το 2013 ανακοίνωσε κίνητρα και εφήρμοσε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου δημιουργώντας έτσι κατά το δυνατόν ένα καθόλου ευκαταφρόνητο κοινωνικό δίχτυ για όσους από τους εργαζόμενούς μας αποφάσισαν οικειοθελώς να αποχωρήσουν. Επίσης η εταιρεία προχώρησε σε υπογραφή επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, αντίθετα από το κλίμα της εποχής, που γενικότερα και ειδικά στη βιομηχανία, η συλλογική διαπραγμάτευση δεν αποτελεί πρακτική συνεννόησης μεταξύ διοικήσεων και εργαζομένων.
Το εργοστάσιο της Χαλυβουργικής διαθέτει τεχνολογία αιχμής και χαρακτηρίζεται ως μια από τις πλέον σύγχρονες μονάδες στον κόσμο. Παρά ταύτα και πέραν από την παραπάνω δυσμενέστατη οικονομική συγκυρία, το υψηλό ενεργειακό κόστος (ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο), με το οποίο ως βιομηχανία εντάσεως ενέργειας, επιβαρύνεται η χαλυβουργία στη χώρα μας, ακυρώνει τα παραπάνω πλεονεκτήματα της εταιρείας και την καθιστά κατ' εξοχήν μη ανταγωνιστική ιδιαίτερα στην αγορά εκτός Ελλάδος, όπου θα μπορούσαμε να απευθυνθούμε με εξαγωγική πολιτική.
Μέσα σε αυτό το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον και εν αναμονή θετικότερων εξελίξεων, η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ Α.Ε., μετά από 6 χρόνια συνεχούς κρίσης, επέλεξε την εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας, αντί αυτού των απολύσεων, ως το λιγότερο επώδυνο για τους εργαζόμενούς της, έχοντας στόχο τη βιωσιμότητα και διατήρηση της λειτουργίας της εταιρείας».
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΠΟΕΜ, η εργοδοσία της Χαλυβουργικής χρησιμοποιεί ως «καύσιμη ύλη την κινητήρια δύναμη της παραγωγής, τους εργαζόμενους χαλυβουργούς, ασκώντας, όπως δήλωσε εκπρόσωπός της, πίεση στην Κυβέρνηση για επίλυση του σοβαρού προβλήματος που αφορά το κόστος της ενέργειας».
«Για άλλη μια φορά οι εργοδότες Βιομήχανοι επιχειρούν, με λαθεμένες και σπασμωδικές κινήσεις που καταγγέλλουμε, να μετακυλήσουν στους βιομηχανικούς εργάτες τις συνέπειες της κρίσης και την αδιαφορία της άτολμης κυβέρνησης να εφαρμόσει ό,τι δηλ. νομοθετεί, συγκεκριμένα το Ν.4231/1-11-2013 (σχετικά με τη διακοψιμότητα)» συμπληρώνεται.
Η ΠΟΕΜ καλεί την κυβέρνηση να παρέμβει άμεσα και τον υπουργό Εργασίας να αναλάβει τις ευθύνες του. Παράλληλα, ζητεί από τη διοίκηση να ανακαλέσει τις διαθεσιμότητες και να επικρατήσει η κοινή λογική και ο διάλογος.
Ακολουθεί ανακοίνωση της εταιρείας:
«Η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ ΑΕ εφαρμόζει πάντα στις σχέσεις με το προσωπικό της διαφανείς διαδικασίες και συνεχή διάλογο, με αποτέλεσμα την κατά το δυνατόν άριστη επικοινωνία και άμεση πληροφόρηση των εργαζομένων για την πορεία της εταιρείας.
Στο πλαίσιο αυτό με το παρόν δελτίο τύπου η εταιρεία κοινοποιεί στο ευρύτερο κοινό τα παρακάτω στοιχεία, που έχουν ήδη γίνει αντικείμενο πολύμηνων διαβουλεύσεων με το προσωπικό της και το ΔΣ του Σωματείου Εργατοϋπαλλήλων Χαλυβουργικής ΑΕ.
Από την αρχή της κρίσης, το 2008 μέχρι σήμερα η ζήτηση προϊόντων χάλυβα στην Ελλάδα έχει μειωθεί δραματικά. Συγκεκριμένα από 2.500.000 τόνους ετησίως προ κρίσης, η ζήτηση έχει καταβαραθρωθεί στο επίπεδο των 300.000 τόνων ήτοι 8 φορές λιγότερο. Αντίστοιχα μειώνονται η παραγωγή των προϊόντων της εταιρείας, οι πωλήσεις και ο τζίρος της ενώ οι ζημιές έχουν αυξηθεί και ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα η εξαγωγική δραστηριότητα καθίσταται ολοένα και πιο ζημιογόνος, εξαιτίας πολλών παραγόντων ιδιαίτερα δε λόγω του ενεργειακού κόστους.
Παρά τη δραματική μείωση της κατανάλωσης από το 2008 και τη συσσώρευση έκτοτε μεγάλων ζημιών, η Χαλυβουργική δεν έθιξε στο ελάχιστο το εισόδημα και τις παροχές των εργαζομένων της, κι ήταν η μόνη εταιρία του κλάδου που δεν προέβη σε καμιά απόλυση ή διαθεσιμότητα εργαζομένων. Η εταιρεία εξάντλησε όλα τα οικονομικά της όρια προκειμένου να διατηρήσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων της στην καλλίτερη κατάσταση στην ελληνική βιομηχανία. Ακόμα και με καταγραφή δεκάδων εκατομμυρίων ζημιών το 2013 ανακοίνωσε κίνητρα και εφήρμοσε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου δημιουργώντας έτσι κατά το δυνατόν ένα καθόλου ευκαταφρόνητο κοινωνικό δίχτυ για όσους από τους εργαζόμενούς μας αποφάσισαν οικειοθελώς να αποχωρήσουν. Επίσης η εταιρεία προχώρησε σε υπογραφή επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, αντίθετα από το κλίμα της εποχής, που γενικότερα και ειδικά στη βιομηχανία, η συλλογική διαπραγμάτευση δεν αποτελεί πρακτική συνεννόησης μεταξύ διοικήσεων και εργαζομένων.
Το εργοστάσιο της Χαλυβουργικής διαθέτει τεχνολογία αιχμής και χαρακτηρίζεται ως μια από τις πλέον σύγχρονες μονάδες στον κόσμο. Παρά ταύτα και πέραν από την παραπάνω δυσμενέστατη οικονομική συγκυρία, το υψηλό ενεργειακό κόστος (ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο), με το οποίο ως βιομηχανία εντάσεως ενέργειας, επιβαρύνεται η χαλυβουργία στη χώρα μας, ακυρώνει τα παραπάνω πλεονεκτήματα της εταιρείας και την καθιστά κατ' εξοχήν μη ανταγωνιστική ιδιαίτερα στην αγορά εκτός Ελλάδος, όπου θα μπορούσαμε να απευθυνθούμε με εξαγωγική πολιτική.
Μέσα σε αυτό το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον και εν αναμονή θετικότερων εξελίξεων, η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ Α.Ε., μετά από 6 χρόνια συνεχούς κρίσης, επέλεξε την εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας, αντί αυτού των απολύσεων, ως το λιγότερο επώδυνο για τους εργαζόμενούς της, έχοντας στόχο τη βιωσιμότητα και διατήρηση της λειτουργίας της εταιρείας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου